ἰσοστάσιον

ἰσοστάσιον
ἰσοστάσιος
equal in weight
masc/fem acc sg
ἰσοστάσιος
equal in weight
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • πανυπερσέβαστος — Βυζαντινό αξίωμα που θεσπίστηκε από τον βασιλιά Αλέξιο A’ Κομνηνό (1081 1118), για να τιμήσει τον σύζυγο της αδελφής του, τον Μιχαήλ Ταρονείτη. Το αξίωμα αυτό ήταν «ισοστάσιον και ισόθρονον τω του καίσαρος» μέχρι την εποχή του Ανδρόνικου Γ’… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”